85 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ
«ΜΗΠΩΣ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΤΙΣ ΑΝΤΙΘΕΣΗΣ;»
Η καμπάνια του ελληνοκυπριακού απορριπτικού μετώπου, κάνει εξαιρετικά επίκαιρο άρθρο που έγραψε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στην «Εργασία» στις 11 Οκτωβρίου του 1931, με τίτλο, «Η Ελληνοτουρκική συνεννόησις εναντίον ουδενός τρίτου στρέφεται».
85 χρόνια μετά η καμπάνια αυτή ανακυκλώνει τα ίδια επιχειρήματα που ο Βενιζέλος αντιμετώπισε τότε: οι Τούρκοι γενικά ήταν πάντα εχθροί, ποτέ δεν υπήρξε δική μας ευθύνη, ακόμα και υπογραφή συμφωνίας είναι μάταιη διότι οι Τούρκοι δεν τηρούν συμφωνίες.
Εξαιρετικά σημαντικό κάνει το άρθρο του Βενιζέλου και το γεγονός ότι σε αυτό απαντά στα επιχειρήματα που και ο ίδιος είχε χρησιμοποιήσει, όταν με αποστολή από μέρους του μεραρχίας στην Σμύρνη το 1919, οδήγησε την Ελλάδα σε πόλεμο το 1921-22 -μια από τις πιο μεγάλες της σύγχρονες καταστροφές.
Οκτώ χρόνια μετά την καταστροφή που, όπως ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος λέει, «επέφερε ανεκδιήγητους ζημίας και ταλαιπωρίας, και δια το ελληνικό κράτος εδημιούργησε το μέγα πρόβλημα της αποκαταστάσεως τόσων μυριάδων ομογενών», προχώρησε σε συμφωνία φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Την οποία υπερασπίζεται απέναντι σε μέτωπο ανάλογο με το δικό μας απορριπτικό μέτωπο.
«Μερικοί θέλοντας να επικρίνουν τα γεγονότα, ισχυρίζονται, ότι η φιλία αυτή των εθνών αποτελεί αποκήρυξιν ή τουλάχιστον προϋποθέτει λησμόνυσην της μακράς επί αιώνες όλους της ιστορίας των δύο λαών»
Σε διάψευση προχωρεί ο Βενιζέλος του ισχυρισμού ότι η ιστορία των δύο λαών ήταν μόνο αντιπαράθεσης, παραθέτοντας στοιχεία στα οποία θα αναφερθούμε σε επόμενο κείμενο. Για τώρα αρκούμαστε σε κάτι ακόμα πιο συγκλονιστικό που υποστηρίζει ο Βενιζέλος:
«… η πολιτεία του ελληνικού έθνους και του προ αιώνος δημιουργηθέντος ελληνικού κράτους απέναντι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν όλως διόλου φυσική, όπως ήταν φυσική και η αντίστασης της αυτοκρατορίας τούτης κατά των εθνικών τάσεων των υποταγμένων εις αυτή λαών».
Δεν διευκρινίζει ο Βενιζέλος τι κατά την άποψη του κάνει φυσιολογική την αντίσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας απέναντι στις εθνικές επαναστάσεις. Υπονοείται, πιθανότατα, ότι οι κυρίαρχες τάξεις της αυτοκρατορίας φυσιολογικά υπερασπίστηκαν τεράστια προνόμια που οι εξεγέρσεις έβαζαν σε κίνδυνο. Ξεκάθαρα όμως απαλλάσσει τους λαούς από ευθύνες. Οι πόλεμοι δεν είναι προϊόν βάρβαρων χαρακτηριστικών κάποιων λαών, κάτι στο οποίο είναι θεμελιωμένη όλη η ρητορεία των αγωνιστών του μακροχρόνιου:
«Μήπως υφίσταται βιολογική τις αντίθεσις μεταξύ των δύο λαών εμποδίζουσα την στενήν και αρμονικήν αυτών συμβίωσιν;»
Όχι μόνο δεν υπάρχει τέτοια αντίθεση σύμφωνα με τον Βενιζέλο, αλλά για πολλά χρόνια, «… έλληνες και Τούρκοι συνέζησαν αρμονικότατα και εις την Μικράς Ασίαν και εις τον Πόντον και εις την Θράκην.
Οι λαοί δεν έχουν ευθύνες για τους πολέμους. Έτσι, λέει ο Βενιζέλος, «Τούρκοι δε και έλληνες ημπορούν με υπερηφάνεια να μελετούν την ιστορία των». Και προσθέτει κάτι ακόμα πιο σοκαριστικό για τους αγωνιστές του μακροχρόνιου, που θα δίναμε πολλά για να ακούσουμε πως το σχολιάζουν:
«Όλοι… γνωρίζομεν ότι Τούρκοι και Έλληνες, ιδίως οι έλληνες της Μικράς Ασίας και του Πόντου, έχουν εις πολύ μεγάλην αναλογία κοινό το αίμα».
Μετά που έκαψαν τα χέρια τους με το μεγαλοϊδεατισμό, την προσπάθεια να κτίσουν την μεγάλη Ελλάδα «των τριών ηπείρων και των πέντε θαλασσών», ο Βενιζέλος ιεραρχεί την οικοδόμηση της ειρήνης σαν το πρώτιστο καθήκον. Και προσεγγίζει τον τουρκικό λαό, κάτι που θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση. Το δικό μας μέτωπο των πατριωτών, δεν νοιώθει καμιά ανάγκη να προσεγγίσει τους απλούς τουρκοκύπριους. Αντίθετα, αρνούμενο να αναφερθεί καν σε εγκλήματα του ελληνοκυπριακού εθνικισμού, όπως αυτά των χωριών Μάραθα, Αλόα, Σανταλάρις, ένα μόνο παράδειγμα, όπου εκατοντάδες άμαχοι τουρκοκύπριοι σφαγιάστηκαν με ιδιαίτερα βάρβαρο τρόπο, με ψέματα και διαστρεβλώσεις, όπως στην πρόσφατη περίπτωση που επέμβηκε ο Τουμάζος Τσιελεπής, κτίζουν εχθρότητα μεταξύ των δύο λαών που μόνο συμφορές επιφυλάσσει.
«ΘΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗΝ ΚΑΘΑΡΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ…»
«Οι σχέσεις μας με την Τουρκία θα ήταν διαρκώς τεταμένε» αν δεν γινόταν η πιο ειλικρινής προσπάθεια για σύσφιξη βαθειάς και έντιμης συνεργασίας. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, άλλαξε πολλά, εντοπίζει ο Βενιζέλος, ανατρέποντας και εδώ μια από τις θεωρίες του απορριπτικού μετώπου, ότι με τους Τούρκους τίποτε δεν αλλάζει:
«…η Οθωμανική αυτοκρατορία διελύθη δια του μεγάλου πολέμου και εκ των ερειπίων αυτής ανεπέδησεν ένα καθαρά εθνικό κράτος πλήρες ζωής και αποφασισμένον υπό την ηγεσία του μεγάλου μεταρρυθμιστού… να αναπλασθεί, να μεταβληθεί από θεοκρατικήν μοναρχία εις λαϊκήν δημοκρατίαν και να καταλάβει την ανήκουσαν εις αυτήν θέση μεταξύ των πεπολιτισμένων και προοδευτικών κρατών».
Με αυτό το κράτος, το κράτος της λαϊκής δημοκρατίας, θεωρεί καθήκον του να συνεργαστεί ο Βενιζέλος, μετά που έκαψε τα χέρια του στην προσπάθεια να κτίσει την «Ελλάδα των τριών ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Για να υπάρχει ειρήνη, για να μπορεί να οικοδομηθεί ξανά ζωή.
Το κράτος φυσικά στην Τουρκία δεν εξελίχθηκε ακριβώς «εις λαϊκήν δημοκρατίαν», και δεν κατέλαβε ακριβώς «την ανήκουσαν εις αυτήν θέση μεταξύ των πεπολιτισμένων και προοδευτικών κρατών». Όπως άλλωστε και η Ελλάδα που πέρασε από εμφύλιους, επίσημα και ανεπίσημα εκτελεστικά αποσπάσματα, δικτατορίες, πριν εξελιχθεί σε κάποια μορφή λαϊκής δημοκρατίας.
Η λάθος πρόβλεψη Βενιζέλου δεν μειώνει την σημασία της έκκλησης του για κτίσιμο ειλικρινούς φιλίας μεταξύ των δύο λαών. Δεν μειώνει την σημασία αυτού που αντιλήφτηκε, ότι χωρίς τέτοια ειλικρινή φιλία, δεν υπάρχει δυνατότητα για ειρήνη, απαραίτητη προϋπόθεση για να έχουν ζωή οι λαοί. Δεν την μειώνει, έστω και αν δεν αντιλαμβανόταν ότι το ίδιο το ταξικό σύστημα στο οποίο ο ίδιος είχε την πολιτική εξουσία, είναι υπεύθυνο για τις ένοπλες συγκρούσεις των λαών.
Όμως, δεν αρκείται ο Βενιζέλος να κηρύξει σαν στόχο την ειρήνη και την ανοικοδόμηση. Τολμά να αποκαλέσει πιθανή νέα ελληνική επέμβαση σαν καθαρά ιμπεριαλιστική πράξη: «Μετά την εκρίζωση του ελληνικού στοιχείου της Μικράς Ασίας, εδάφη και βλέψεις επ’ αυτής θα αποτελούν πολιτικήν καθαρά ιμπεριαλιστική η οποία αν είναι πλήρης κινδύνων και δια μεγάλα κράτη, είναι αληθής όλεθρος δια κράτος μικρόν όπως η Ελλάδα». Τι απαντά το απορριπτικό μας μέτωπο σε αυτό;
Το απορριπτικό μας μέτωπο φορά και τον μανδύα του αντιιμπεριαλισμού. Κλείνοντας τα μάτια σε αυτό που από το 1931 εντόπισε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. «Της δυσχέρειας των σχέσεων μας με την Τουρκία ήταν φυσικό να επωφελείται κάθε άλλος γείτονας μας…». Όπως είναι φυσικό να επωφελείται και ο Ιμπεριαλισμός.
Πόσο δυνατή είναι φυσικά η συνεργασία με όλους τους γείτονες, ανεξάρτητα του ποιος βρίσκεται στην πολιτική εξουσία, είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Που δεν αναμέναμε τον Βενιζέλο να απαντήσει. Στα σίγουρα όμως δεν μπορείς να διεξάγεις αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, χωρίς μεγάλο τουλάχιστον μέρος των λαών των γειτόνων σου να αντιλαμβάνεται αυτό που κάνεις. Το «διαίρει και βασίλευε» του ιμπεριαλισμού θα έβρισκε το πιο πρόσφορο έδαφος.
«ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΖΟΥΖΑΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΟΥΤΟ…ΘΑ ΕΠΙΣΥΡΟΥΝ»
«Ο συναγωνισμός εις εξοπλισμούς θα ανέτρεπε κάθε ισοζύγιο προϋπολογισμού… Τα παραγωγικά έργα δεν θα ηδύναντο να συνεχισθούν…
Και χρησιμοποιώντας τολμηρό λεξιλόγιο, συνεχίζει: «Και ενώ εφαρμόζοντες καθαρώς ιμπεριαλιστικήν πολιτική θα επιδιώκαμεν να επεκτείνωμεν τα σύνορα μας , εντός των σημερινών συνόρων θα εχρεοκώπει το αστικόν καθεστώς…». Αυτά θα είναι ήταν τα λογικά αποτελέσματα της πολιτικής αντίθεσης στην ειρηνική διαδικασία, τόνισε ο Βενιζέλος.
Εντόπισε επίσης ότι, «Και ότι μεν τοιαύτη πολιτική θα οδηγήσει εις πλήρη όλεθρον είναι τόσο φανερό, ώστε κανείς δεν τόλμησε να παρουσιασθεί συνήγορος αυτής…». Όπως ακριβώς και τότε, έτσι και σήμερα, οι αγωνιστές του μακροχρόνιου δεν τολμούν να παρουσιαστούν συνήγοροι της πολιτικής που συνεπάγεται η καταστροφική μανία με την οποία απορρίπτουν το κάθε τι.
Αναφέρεται ο Βενιζέλος σε περιπτώσεις που και στο παρελθόν « οι Έλληνες και οι Τούρκοι έδωσαν προς αλλήλους την χείραν και συνεργάσθησαν…»
«Το έτος 627 μ.x. ο αυτοκράτωρ Ηράκλειτος συμμαχών με την τουρκικήν φυλήν των Χαζάρων –ειδωλολατρών Τούρκων- .
«Το 893 ο αυτοκράτωρ Λέων ο Σοφός, είχε συμμαχήσει με τας τουρκικάς φυλάς των Χαζάρων, Ούζων, Μαγυάρων και Πετσενέγκων…».
Το μεγάλο όμως άλμα που κάνει ο Βενιζέλος μετά την καταστροφή στην οποία οδήγησε την Ελλάδα στον πόλεμο του 1921-22, καταγράφεται στην αμέσως επόμενη πρόταση: «Τότε επρόκειτο περί συμμαχιών, οι οποίοι εξασφάλιζον την στρατιωτικήν συμμαχίαν των δύο λαών εναντίον ορισμένου συνήθως κοινού εχθρού. Σήμερον η εγκάρδιος αυτών συνεννόησις δεν στρέφεται εναντίον ουδενός…
Βλέπει πια την συνεννόηση όχι όπλο εναντίον οποιουδήποτε, αλλά σαν τον δρόμο για την ειρήνη, το μόνο δρόμο για την ανάκτηση ζωής από ένα λαό που είχε τότε υποφέρει.
Κατά πόσο τώρα είναι αρκετή η πρόθεση και του μεγαλύτερου οραματιστεί για να επέλθει ειρήνη και συνεργασία μεταξύ των λαών, είναι κάτι πολύ αμφίβολο. Ειδικά σήμερα που οικονομική κρίση εξαπολύει φοβερές αντιτιθέμενες δυνάμεις, αποτέλεσμα τεράστιων συμφερόντων που αντικρούονται και που προκαλεί απέραντη φτώχεια και ανισότητες. Ζητήματα στα οποία αν δεν βρεθούν λύσεις η ειρήνη θα παραμένει άπιαστο όνειρο.
Όμως αδιαμφισβήτητες παραμένουν οι διαπιστώσεις Βενιζέλου. Ότι οι πόλεμοι μόνο καταστροφές επιφέρουν για τους λαούς. Και ότι η συμμαχία των λαών που δεν έχουν ευθύνη για τους πολέμους, θέση που ο Βενιζέλος υποστήριξε, «η εγκάρδιος αυτών συνεννόησις», είναι η οδός στην οποία δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική.
Αντιλαμβανόμενος φαίνεται πια βαθειά αυτές τις αλήθειες, κάνει έκκληση ώστε «να συμβάλουν τα μέγιστα η Ελληνική μειοψηφία της Κωνσταντινουπόλεως και η Τουρκική της Δυτικής Θράκης δια της απολύτου προσηλώσεως εκατέρας εξ αυτών, εις τα συμφέροντα, ηθικά και υλικά, του κράτους του οποίου είναι πολίτες…»
Και προειδοποιεί ότι, «Παραγνωρίζουσαι τυχόν το καθήκον τούτο και εις εαυτάς θα επισύρουν συμφοράς…»
*Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ, 90 χρόνια, Τόμος Ι, Τα άπαντα του Ελ. Βενιζέλου, σελ. 86-87.
Του Σωτήρη Βλάχου